Δύο εξαιρετικές ταινίες που αφορούν σε άτομα με κώφωση είναι οι παρακάτω:
Παιδιά ενός κατώτερου θεού
(Children of a lesser god) [1986]
Η ταινία βασίζεται στο θεατρικό έργο του Μαρκ Μέντοφ «Σάρα ή Τα Παιδιά ενός Κατώτερου Θεού», που ανέβηκε και στην Ελλάδα το 1981. Τον ρόλο της Σάρας ερμήνευσε καταπληκτικά η Έλλη Λαμπέτη.
Υπόθεση της ταινίας:
Ο James (William Hurt) είναι ένας πετυχημένος δάσκαλος που ασχολείται με την εκπαίδευση κωφών παιδιών. Το σχολείο στο οποίο προσλαμβάνεται, είναι ένα ίδρυμα που ακολουθεί πιστά την πεπατημένη στις εκπαιδευτικές πρακτικές. Ο James με τον τρόπο του και την αγάπη που αισθάνεται για τους μαθητές του, φέρνει ένα αέρα ανανέωσης στο σχολείο με αποτελέσματα που γίνονται σύντομα εμφανή. Μια δροσερή πνοή ανανέωσης θα πνεύσει όμως και στην ζωή του ίδιου του καθηγητή… το όνομα αυτής Sarah (Marlee Matlin)! Η Sarah είναι μια πρώην μαθήτρια και νυν καθαρίστρια του σχολείου. Κωφάλαλη, με πολλά παιδικά τραύματα να βαραίνουν την ψυχή της, αρνείται πεισματικά να κάνει την οποιαδήποτε προσπάθεια πέρα αυτών που γνωρίζει ότι τα καταφέρνει καλά. Ο James ερωτεύεται την Sarah και η Sarah ερωτεύεται τον James. Η συνέχεια στην ταινία.
Πρόκειται για μια ταινία που ξετυλίγεται γύρω και μέσα στον κόσμο των κωφών. Ένα κόσμο ιδιαίτερο, που οι επιπλέον ανάγκες των συνανθρώπων μας με προβλήματα ακοής τον κάνουν πιο δύσκολο και πιο σκληρό από τον δικό μας. Η αγάπη και ο έρωτας μπορούν άραγε να εξομαλύνουν τις αμυχές που βρίσκονται σε κάθε γωνιά του και πληγώνουν όσους βρίσκονται ή έρχονται σε επαφή με αυτόν; Η θέληση να αλλάξουμε είναι μια άρνηση αυτού που είμαστε ή μια φυσική ανάγκη του ανθρώπου για εξέλιξη; Αυτά καθώς και άλλα τέτοια ερωτήματα θέτει η ταινία και με τον δικό της αξιολάτρευτο τρόπο τα απαντά! Δείτε την, μιας και είναι από τα κινηματογραφικά έργα που ψυχαγωγούν και ταυτόχρονα διευρύνουν τους πνευματικούς ορίζοντες του θεατή τους!
Παρακολουθήστε παρακάτω ένα απόσπασμα από την ταινία:
(Children of a lesser god) [1986]
Η ταινία βασίζεται στο θεατρικό έργο του Μαρκ Μέντοφ «Σάρα ή Τα Παιδιά ενός Κατώτερου Θεού», που ανέβηκε και στην Ελλάδα το 1981. Τον ρόλο της Σάρας ερμήνευσε καταπληκτικά η Έλλη Λαμπέτη.
Υπόθεση της ταινίας:
Ο James (William Hurt) είναι ένας πετυχημένος δάσκαλος που ασχολείται με την εκπαίδευση κωφών παιδιών. Το σχολείο στο οποίο προσλαμβάνεται, είναι ένα ίδρυμα που ακολουθεί πιστά την πεπατημένη στις εκπαιδευτικές πρακτικές. Ο James με τον τρόπο του και την αγάπη που αισθάνεται για τους μαθητές του, φέρνει ένα αέρα ανανέωσης στο σχολείο με αποτελέσματα που γίνονται σύντομα εμφανή. Μια δροσερή πνοή ανανέωσης θα πνεύσει όμως και στην ζωή του ίδιου του καθηγητή… το όνομα αυτής Sarah (Marlee Matlin)! Η Sarah είναι μια πρώην μαθήτρια και νυν καθαρίστρια του σχολείου. Κωφάλαλη, με πολλά παιδικά τραύματα να βαραίνουν την ψυχή της, αρνείται πεισματικά να κάνει την οποιαδήποτε προσπάθεια πέρα αυτών που γνωρίζει ότι τα καταφέρνει καλά. Ο James ερωτεύεται την Sarah και η Sarah ερωτεύεται τον James. Η συνέχεια στην ταινία.
Πρόκειται για μια ταινία που ξετυλίγεται γύρω και μέσα στον κόσμο των κωφών. Ένα κόσμο ιδιαίτερο, που οι επιπλέον ανάγκες των συνανθρώπων μας με προβλήματα ακοής τον κάνουν πιο δύσκολο και πιο σκληρό από τον δικό μας. Η αγάπη και ο έρωτας μπορούν άραγε να εξομαλύνουν τις αμυχές που βρίσκονται σε κάθε γωνιά του και πληγώνουν όσους βρίσκονται ή έρχονται σε επαφή με αυτόν; Η θέληση να αλλάξουμε είναι μια άρνηση αυτού που είμαστε ή μια φυσική ανάγκη του ανθρώπου για εξέλιξη; Αυτά καθώς και άλλα τέτοια ερωτήματα θέτει η ταινία και με τον δικό της αξιολάτρευτο τρόπο τα απαντά! Δείτε την, μιας και είναι από τα κινηματογραφικά έργα που ψυχαγωγούν και ταυτόχρονα διευρύνουν τους πνευματικούς ορίζοντες του θεατή τους!
Παρακολουθήστε παρακάτω ένα απόσπασμα από την ταινία:
Αγαπητέ Φράνκι
(Dear Frankie) [2004]
Το “Dear Frankie” αφηγείται την ιστορία της νεαρής μητέρας Lizzie Morrison που μετακινείται από μέρος σε μέρος με τον εννιάχρονο κωφό γιο της Frankie, για να αποφύγει τον άγριο πατέρα του αγοριού. Για να μην απογοητεύσει το μικρό της αγόρι και για να μπορεί να ακούει τη φωνή του, του στέλνει γράμματα με γραμματόσημα του εξωτερικού, σταλμένα δήθεν από τον πατέρα του που ταξιδεύει με το πλοίο. Ο μικρός, ο οποίος είναι ιδιαίτερα χαρισματικός στη γεωγραφία, ανακαλύπτει πως η πορεία του καραβιού με το οποίο ταξιδεύει ο πατέρας του θα τον βγάλει σε λίγες μέρες και στο δικό τους λιμάνι, έτσι κάνει τη Lizzie να αποφασίσει να χρησιμοποιήσει για λίγο έναν δανεικό πατέρα. Ο υποψήφιος, ο «ξένος» που θα πάρει τη θέση του πατέρα του Frankie, θα ανατρέψει όλες τις ισορροπίες...
Η ταινία αποδεικνύει περίτρανα πως σημασία δεν έχει το τέλος της διαδρομής, αλλά το ίδιο το ταξίδι. Οι χαρακτήρες του έργου είναι αυτοί που ξετυλίγονται στην οθόνη καταφέρνοντας να κερδίσουν μία θέση στην καρδιά των θεατών, χωρίς να γίνουν βορά της εύκολης συγκίνησης. Πειστικοί χαρακτήρες, όμορφη φωτογραφία και εικόνα και μία αξιόλογη σκηνοθεσία είναι τα στοιχεία που κάνουν αυτό το δράμα να ξεχωρίζει.
Παρακολουθήστε το trailer της ταινίας παρακάτω:
Κώφωση
Κωφοί είναι άτομα που γεννήθηκαν με ελάττωμα στην αίσθηση της ακοής ή που την έχασαν κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής τους, πριν ακόμα αποκτήσουν τον έναρθρο λόγο.
Για την περιγραφή των ατόμων με απώλεια ακοής χρησιμοποιούνται οι όροι «κωφός», «βαρήκοος», «κωφάλαλος». Η ποικιλία αυτή δικαιολογείται από τη μεγάλη ετερογένεια που παρουσιάζουν τα άτομα με προβλήματα στην ακοή, ανάλογα με το ποσοστό της υπολειμματικής ακοής, τον χρόνο εμφάνισης της κώφωσης και την ανάγκη ή μη εναλλακτικού τρόπου επικοινωνίας.
Κωφός είναι ο άνθρωπος ο οποίος δεν κατανοεί την ομιλία μόνο με την ακοή του, είτε φοράει είτε δεν φοράει ακουστικά βαρηκοΐας. Χρησιμοποιεί κυρίως το οπτικό κανάλι για να αντιληφθεί τους συνομιλητές τους (χειλεαναγνωσία, νοηματική γλώσσα, γραπτή γλώσσα). Οι κωφοί μπορεί να είναι προγλωσσικοί ή μεταγλωσσικοί. Οι προγλωσσικοί κωφοί έχουν χάσει την ακοή τους πριν την ανάπτυξη της γλώσσας, (η ακουστική απώλεια ήταν παρούσα κατά την γέννηση ή εμφανίστηκε πριν την ανάπτυξη της γλώσσας) ενώ οι μεταγλωσσικοί έχασαν την αίσθηση της ακοής σε μεγαλύτερη ηλικία και αφού ήδη είχαν ακούσει και αναπτύξει τον προφορικό λόγο. Οι δύο αυτοί τύποι κωφών είναι επόμενο να χαρακτηρίζονται και από εντελώς διαφορετικές επικοινωνιακές ανάγκες.
Βαρήκοος είναι αυτός του οποίου η αίσθηση της ακοής λειτουργεί μεν, αλλά ελαττωματικά. Οι βαρήκοοι με πολλή προσπάθεια και κατάλληλη εκπαίδευση καταφέρνουν - με την ιδιαίτερη προφορά που τους διακρίνει - να αποδώσουν ως ένα σημείο τον έναρθρο λόγο.
Κωφάλαλος είναι ο προγλωσσικός Κωφός. Σε αυτόν το σύστημα του λόγου είναι μεν ικανό να λειτουργήσει, αλλά δεν μπορεί αυτόματα να μάθει τον προφορικό λόγο.
Η ακοή μάς προειδοποιεί για την είσοδο ή έξοδο του γονιού, του επισκέπτη ή του συνεργάτη σ' έναν κοινό χώρο. Έτσι, αυτός που ακούει είναι ψυχολογικά προετοιμασμένος για τη συνάντηση με το νέο πρόσωπο έτοιμος από το άκουσμα του βηματισμού ή το τρίξιμο του ανοίγματος της πόρτας. Την πολυτέλεια αυτής της ετοιμότητας ο κωφός δεν την έχει. Είναι ενδεχόμενο λοιπόν να αντιδράσει με λιγότερη ηρεμία από τον ακούοντα σε μια τέτοια ξαφνική παρουσία. Η απότομη αύξηση των στροφών της μηχανής ενός αυτοκινήτου ή το στρίγκλισμα των φρένων του, δεν αποτελούν προειδοποιητικό σήμα για τον κωφό. Δεν είναι επομένως σε θέση να ρυθμίσει έγκαιρα και ήρεμα την στάση ή την κίνησή του, όταν λείπει η οπτική επαφή. Η μερική ή σε σχεδόν ολικό βαθμό απώλεια της αίσθησης της ακοής δημιουργεί στον κωφό διάφορα προβλήματα: Δεν μπορεί να έχει την άμεση πληροφόρηση, που έχουν οι ακούοντες από ένα ηχητικό περιβάλλον. Αντιληπτό γίνεται μόνο ό,τι βρεθεί στο οπτικό τους πεδίο και ό,τι τους έχει διδαχθεί συστηματικά. Αναγκάζεται έτσι να ζει σε ένα είδος «απομόνωσης».
Η χρόνια αυτή απομόνωση είναι η αιτία διάφορων διαταραχών, που μπορεί να παρατηρηθούν στην συμπεριφορά τους. Ζουν μέσα σε μια συνεχή αγωνία και το άγχος των εκπλήξεων που τους επιφυλάσσει η καθημερινή συναναστροφή, και που είναι πολύ πιθανόν να οδηγήσουν σε ποικίλες αντιδράσεις, σε αισθήματα ντροπής, παθητική ή εχθρική συμπεριφορά.
Οι κωφοί είναι μια κοινωνική ομάδα πολύ παρεξηγημένη. Συνήθως παραμένουν στην μικρή κλειστή τους κοινωνία. Οι δυνατότητες επικοινωνίας με το υπόλοιπο κοινωνικό σύνολο είναι ελαχιστοποιημένες και, όταν υπάρχουν, πολύ επιφανειακές. Οι κωφοί θέλουν να πείσουν την κοινωνία να σβήσει (διώξει, άρει) τις προκαταλήψεις απέναντί τους. Έχουν απλά έναν ελάττωμα στην ακοή, που όμως έχει συνέπειες στην επικοινωνία με το κοινωνικό περιβάλλον. Η αποδοχή και η ένταξή τους θα πρέπει να γίνεται με βάση το πρότυπο των πολυπολιτισμικών κοινωνιών. Με σεβασμό στη διαφορά που προϋποθέτει την ισοτιμία και αμοιβαιότητα των κοινωνικών ομάδων που έχουν ως επικοινωνιακό κώδικα την οπτική ή την φωνητική γλώσσα.
Για την περιγραφή των ατόμων με απώλεια ακοής χρησιμοποιούνται οι όροι «κωφός», «βαρήκοος», «κωφάλαλος». Η ποικιλία αυτή δικαιολογείται από τη μεγάλη ετερογένεια που παρουσιάζουν τα άτομα με προβλήματα στην ακοή, ανάλογα με το ποσοστό της υπολειμματικής ακοής, τον χρόνο εμφάνισης της κώφωσης και την ανάγκη ή μη εναλλακτικού τρόπου επικοινωνίας.
Κωφός είναι ο άνθρωπος ο οποίος δεν κατανοεί την ομιλία μόνο με την ακοή του, είτε φοράει είτε δεν φοράει ακουστικά βαρηκοΐας. Χρησιμοποιεί κυρίως το οπτικό κανάλι για να αντιληφθεί τους συνομιλητές τους (χειλεαναγνωσία, νοηματική γλώσσα, γραπτή γλώσσα). Οι κωφοί μπορεί να είναι προγλωσσικοί ή μεταγλωσσικοί. Οι προγλωσσικοί κωφοί έχουν χάσει την ακοή τους πριν την ανάπτυξη της γλώσσας, (η ακουστική απώλεια ήταν παρούσα κατά την γέννηση ή εμφανίστηκε πριν την ανάπτυξη της γλώσσας) ενώ οι μεταγλωσσικοί έχασαν την αίσθηση της ακοής σε μεγαλύτερη ηλικία και αφού ήδη είχαν ακούσει και αναπτύξει τον προφορικό λόγο. Οι δύο αυτοί τύποι κωφών είναι επόμενο να χαρακτηρίζονται και από εντελώς διαφορετικές επικοινωνιακές ανάγκες.
Βαρήκοος είναι αυτός του οποίου η αίσθηση της ακοής λειτουργεί μεν, αλλά ελαττωματικά. Οι βαρήκοοι με πολλή προσπάθεια και κατάλληλη εκπαίδευση καταφέρνουν - με την ιδιαίτερη προφορά που τους διακρίνει - να αποδώσουν ως ένα σημείο τον έναρθρο λόγο.
Κωφάλαλος είναι ο προγλωσσικός Κωφός. Σε αυτόν το σύστημα του λόγου είναι μεν ικανό να λειτουργήσει, αλλά δεν μπορεί αυτόματα να μάθει τον προφορικό λόγο.
Η ακοή μάς προειδοποιεί για την είσοδο ή έξοδο του γονιού, του επισκέπτη ή του συνεργάτη σ' έναν κοινό χώρο. Έτσι, αυτός που ακούει είναι ψυχολογικά προετοιμασμένος για τη συνάντηση με το νέο πρόσωπο έτοιμος από το άκουσμα του βηματισμού ή το τρίξιμο του ανοίγματος της πόρτας. Την πολυτέλεια αυτής της ετοιμότητας ο κωφός δεν την έχει. Είναι ενδεχόμενο λοιπόν να αντιδράσει με λιγότερη ηρεμία από τον ακούοντα σε μια τέτοια ξαφνική παρουσία. Η απότομη αύξηση των στροφών της μηχανής ενός αυτοκινήτου ή το στρίγκλισμα των φρένων του, δεν αποτελούν προειδοποιητικό σήμα για τον κωφό. Δεν είναι επομένως σε θέση να ρυθμίσει έγκαιρα και ήρεμα την στάση ή την κίνησή του, όταν λείπει η οπτική επαφή. Η μερική ή σε σχεδόν ολικό βαθμό απώλεια της αίσθησης της ακοής δημιουργεί στον κωφό διάφορα προβλήματα: Δεν μπορεί να έχει την άμεση πληροφόρηση, που έχουν οι ακούοντες από ένα ηχητικό περιβάλλον. Αντιληπτό γίνεται μόνο ό,τι βρεθεί στο οπτικό τους πεδίο και ό,τι τους έχει διδαχθεί συστηματικά. Αναγκάζεται έτσι να ζει σε ένα είδος «απομόνωσης».
Η χρόνια αυτή απομόνωση είναι η αιτία διάφορων διαταραχών, που μπορεί να παρατηρηθούν στην συμπεριφορά τους. Ζουν μέσα σε μια συνεχή αγωνία και το άγχος των εκπλήξεων που τους επιφυλάσσει η καθημερινή συναναστροφή, και που είναι πολύ πιθανόν να οδηγήσουν σε ποικίλες αντιδράσεις, σε αισθήματα ντροπής, παθητική ή εχθρική συμπεριφορά.
Οι κωφοί είναι μια κοινωνική ομάδα πολύ παρεξηγημένη. Συνήθως παραμένουν στην μικρή κλειστή τους κοινωνία. Οι δυνατότητες επικοινωνίας με το υπόλοιπο κοινωνικό σύνολο είναι ελαχιστοποιημένες και, όταν υπάρχουν, πολύ επιφανειακές. Οι κωφοί θέλουν να πείσουν την κοινωνία να σβήσει (διώξει, άρει) τις προκαταλήψεις απέναντί τους. Έχουν απλά έναν ελάττωμα στην ακοή, που όμως έχει συνέπειες στην επικοινωνία με το κοινωνικό περιβάλλον. Η αποδοχή και η ένταξή τους θα πρέπει να γίνεται με βάση το πρότυπο των πολυπολιτισμικών κοινωνιών. Με σεβασμό στη διαφορά που προϋποθέτει την ισοτιμία και αμοιβαιότητα των κοινωνικών ομάδων που έχουν ως επικοινωνιακό κώδικα την οπτική ή την φωνητική γλώσσα.
Η Ελληνική Νοηματική Γλώσσα
Η γλώσσα των κωφών στην Ελλάδα είναι η Ελληνική Νοηματική.
Η Ελληνική Νοηματική Γλώσσα είναι οπτικο-κινησιακή γλώσσα, δηλαδή βασίζεται στην κίνηση των χεριών, στην στάση ή την κίνηση του σώματος καθώς και στις εκφράσεις του προσώπου για να αποδώσει ένα νόημα. Διαθέτει λεκτικές και συντακτικές δομές για να εκφράσει οποιοδήποτε αφηρημένη έννοια.
Βασικό συστατικό της Ελληνικής Νοηματικής Γλώσσας είναι οι χειρομορφές. Η χειρομορφή είναι το σχήμα που παίρνει η παλάμη καθώς και η διάταξη των δαχτύλων τα οποία σε συνδυασμό με:
-Τον προσανατολισμό της παλάμης
-Την κίνηση του χεριού
-Την έκφραση του προσώπου
-Την στάση και κίνηση του σώματος
-Και την θέση της χειρομορφής (πάνω στο σώμα ή στον χώρο) μπορεί να αποδώσει κάθε νόημα.
Η Ελληνική Νοηματική Γλώσσα δεν είναι η μοναδική. Υπάρχει μεγάλος αριθμός νοηματικών γλωσσών στον κόσμο (σχεδόν κάθε γλώσσα έχει και την αντίστοιχη της στην νοηματική) και παρόλο που οι περισσότερες βασίζονται στις ίδιες αρχές (χειρομορφές, στάση σώματος, κίνηση) δεν είναι αμοιβαία κατανοητές μεταξύ τους. Για παράδειγμα, ένας νοηματιστής Ελληνικής Νοηματικής Γλώσσας δεν είναι σε θέση να κατανοήσει την αμερικάνικη ή ισπανική νοηματική γλώσσα και αντίστροφα. Αυτό συμβαίνει επειδή οι νοηματικές γλώσσες, όπως και οι ομιλούσες, δημιουργούνται και εξελίσσονται για να ικανοποιήσουν της ανάγκες μιας κοινότητας: Άλλες οι ανάγκες της ελληνικής κοινότητας κωφών και άλλες οι ανάγκες της π.χ. κινέζικης κοινότητας κωφών.
Η Ελληνική Νοηματική Γλώσσα είναι οπτικο-κινησιακή γλώσσα, δηλαδή βασίζεται στην κίνηση των χεριών, στην στάση ή την κίνηση του σώματος καθώς και στις εκφράσεις του προσώπου για να αποδώσει ένα νόημα. Διαθέτει λεκτικές και συντακτικές δομές για να εκφράσει οποιοδήποτε αφηρημένη έννοια.
Βασικό συστατικό της Ελληνικής Νοηματικής Γλώσσας είναι οι χειρομορφές. Η χειρομορφή είναι το σχήμα που παίρνει η παλάμη καθώς και η διάταξη των δαχτύλων τα οποία σε συνδυασμό με:
-Τον προσανατολισμό της παλάμης
-Την κίνηση του χεριού
-Την έκφραση του προσώπου
-Την στάση και κίνηση του σώματος
-Και την θέση της χειρομορφής (πάνω στο σώμα ή στον χώρο) μπορεί να αποδώσει κάθε νόημα.
Η Ελληνική Νοηματική Γλώσσα δεν είναι η μοναδική. Υπάρχει μεγάλος αριθμός νοηματικών γλωσσών στον κόσμο (σχεδόν κάθε γλώσσα έχει και την αντίστοιχη της στην νοηματική) και παρόλο που οι περισσότερες βασίζονται στις ίδιες αρχές (χειρομορφές, στάση σώματος, κίνηση) δεν είναι αμοιβαία κατανοητές μεταξύ τους. Για παράδειγμα, ένας νοηματιστής Ελληνικής Νοηματικής Γλώσσας δεν είναι σε θέση να κατανοήσει την αμερικάνικη ή ισπανική νοηματική γλώσσα και αντίστροφα. Αυτό συμβαίνει επειδή οι νοηματικές γλώσσες, όπως και οι ομιλούσες, δημιουργούνται και εξελίσσονται για να ικανοποιήσουν της ανάγκες μιας κοινότητας: Άλλες οι ανάγκες της ελληνικής κοινότητας κωφών και άλλες οι ανάγκες της π.χ. κινέζικης κοινότητας κωφών.